Τοποθέτηση Αντώνη Συρίγου, Βουλευτή Κυκλάδων ΣΥ.ΡΙΖ.Α., στην Ολομέλεια της Βουλής των Ελλήνων κατά τη συζήτηση και ψήφιση του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Επικρατείας με τίτλο «Σύσταση, συγκρότηση και αρμοδιότητες της Κεντρικής Επιτροπής Κωδικοποίησης και άλλες διατάξεις» στις 04.04.2019
Η επέκταση του μεταφορικού ισοδυνάμου στα αεροπορικά εισιτήρια δεν αποτελεί μια μεμονωμένη ενέργεια αλλά ένα βήμα εκπονήσεως μιας συγκροτημένης νησιωτικής πολιτικής.
«Θα αρχίσω, προσπαθώντας να περιγράψω το πλαίσιο της συζητήσεως του σχεδίου νόμου που συζητούμε σήμερα. Έχουμε, καταρχάς, τις συνταγματικές διατάξεις του άρθρου 76 παράγραφοι 6 και 7, που μιλούν για το θέμα της κωδικοποίησης. Αυτές πρέπει να τις συνδυάσουμε και με την παράγραφο 1 του άρθρου 2 και το άρθρο 25 παράγραφος 1 εδάφιο α΄ και τέλος με τις διεθνείς και ενωσιακές συμβάσεις. Αυτό είναι το υπέρτερο θεσμικό πλαίσιο, το υπερνομοθετικό πάνω στο οποίο στηριζόμαστε.
Πάντα ταύτα δεν αφορούν μόνο τον τρόπο, αλλά και τον στόχο των κωδικοποιήσεων που αδρομερώς μπορεί να πει κανείς ότι αφορά την ασφάλεια του δικαίου που εξασφαλίζει η ενημέρωση και η γνώση, καθώς και τη δικαιολογημένη εμπιστοσύνη του πολίτη στο κράτος και, τέλος, την αρχή της καλής νομοθέτησης. Γι’ αυτό εκπλήσσομαι πάνω σ’ αυτά τα ζητήματα στα οποία στοχεύει το υπό κρίση νομοσχέδιο, για ποιο λόγο υπάρχει μία έντονη αντίδραση, διότι αντιρρήσεις είναι προφανές ότι υπάρχουν. Γι’ αυτό συζητάμε, γι’ αυτό συζητήσαμε και στις Επιτροπές. Το ζήτημα, λοιπόν, είναι συγκεκριμένο.
Περαιτέρω, υπάρχει ήδη επαρκής νομική διαδρομή για το συγκεκριμένο ζήτημα, αρχής γενομένης από το έτος 1959. Και μνημονεύω ακολούθως τον ν. 3133/2003 και ακολούθως τον ν. 4048/2012, όπου έχει και έναν τίτλο «Ρυθμιστική Διακυβέρνηση». Ας δούμε λίγο το «Διακυβέρνηση», κάτι το οποίο έχει λάβει υπ’ όψιν ο σημερινός νομοθέτης με την πρότασή του. Το «Διακυβέρνηση» είναι κάτι παραπάνω από απλή διοίκηση. Δίνει κατευθύνσεις. Εκεί, λοιπόν στοχεύει και η κωδικοποίηση, την οποία θα πρέπει να φέρει εις πέρας η ΚΕΚ, δηλαδή αυτή η Επιτροπή.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θα ήθελα να ανατρέξω –έτσι και για τους νομικούς- στη μεγάλη χρησιμότητα που υπήρχε στον «Ραπτάρχη» και σε άλλες περιπτώσεις. Ξέρετε, το θέμα της κωδικοποίησης είναι ένα ζήτημα το οποίο πάντα μας αφορούσε εμάς τους νομικούς, αλλά εν τέλει δεν υπήρχε κάποια ευτυχής κατάληξη πάνω σ’ αυτά τα ζητήματα. Εύχομαι, λοιπόν, αυτή τη φορά να υπάρχει αυτή η ευτυχής κατάληξη και να μπει ένα λιθαράκι πάνω σε όσα έχουν βάλει και οι υπόλοιποι.
Θα ήθελα, λοιπόν, στο σημείο αυτό να πω και για την ιστορία, αν θέλετε, κάτι που πιστεύω ότι θα βοηθήσει και θα είναι χρήσιμο. Ο όρος «κώδιξ» απαντάται το πρώτον στις «Νεαρές», στις «Novellae» του Ιουστινιανού, με τον ορισμό «Εν δε τω συναθροίσματι των νόμων κατά τον επώνυμον ημών κώδικα». Άρα, λοιπόν, μιλάμε για ένα συνάθροισμα των νόμων που στοχεύει σε κάτι, να ξέρει ο καθένας πού πατάει, πού βασίζεται, ποιο είναι το δίκαιο.
Σ’ αυτό το πράγμα οφείλω να προσθέσω ότι η αντοχή στον χρόνο και η ευκολία στην αναζήτηση είναι τα προσόντα επιτυχίας ενός κώδικα, τουλάχιστον κατά τη δική μου εκτίμηση. Αυτό, λοιπόν, θα πρέπει να δούμε, όταν θα επιχειρηθούν αυτές οι κωδικοποιήσεις, είτε αφορούν κωδικοποιήσεις της Διοίκησης και των κανονιστικών πράξεων, είτε αφορούν κωδικοποιήσεις νομοθετημάτων που θα φέρει το Υπουργείο Δικαιοσύνης.
Έρχομαι να επισημάνω ένα προσόν του νομοσχεδίου που συζητάμε, το οποίο έγκειται στο ότι από τους φορείς οι οποίοι παρέστησαν κατά την ακρόαση αρκετοί, οι περισσότεροι, είχαν μια θετική γνώμη για το νομοσχέδιο. Να πω, επίσης, ότι αυτή η ακρόαση ήταν εξόχως διαφωτιστική, αφού ανέδειξε -και το σημειώνω αυτό- και τις προκύψασες διαφωνίες, ακολουθούμενες από επαρκή επιχειρήματα ένθεν και ένθεν για κάθε πλευρά, ώστε να υπάρχει μία τεκμηρίωση και να εκτιμήσει εν τέλει η Βουλή τα ζητήματα τα οποία έχουν προκύψει. Ήταν, λοιπόν, μια γόνιμη ακρόαση.
Η συζήτηση, εκτός των άλλων, περιστράφηκε σε δύο ζητήματα και αυτά κυρίως θέλω να επισημάνω, για να κλείσω.
Το ένα ήταν η αναμόρφωση. Τι είναι η αναμόρφωση; Εξεφράσθησαν φόβοι ότι μπορεί να επιχειρείται η υποκατάσταση εμμέσως του νομοθέτη. Παραπέμπω στο σημείο αυτό, για να καταπραϋνθούν οι ανησυχίες, αλλά και όσον αφορά τους φόβους για να μην υπάρχουν, στο ότι υπάρχει ένας ορισμός της λέξεως «αναμόρφωση» στον ν. 4048/2012, καθώς επίσης και στα άρθρα του νόμου αυτού, δηλαδή στο άρθρο 11 που μας λέει τι ακριβώς είναι η αναμόρφωση και στο άρθρο 12 που μας λέει τι ακριβώς είναι η κωδικοποίηση.
Τέλος, ένα άλλο σημείο το οποίο και αυτό τράβηξε την προσοχή των συζητητών του νομοσχεδίου, είναι το άρθρο της εξουσιοδοτήσεως προς τον Γραμματέα της Κυβερνήσεως. Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποια ανησυχία είτε για διευρυμένη εξουσιοδότηση ή όχι. Εξάλλου, το άρθρο 5 του προηγούμενου νόμου ανέφερε και αυτό την εξουσιοδότηση προς τον Γραμματέα της Κυβερνήσεως γι’ αυτό το σημείο.
Άρα, λοιπόν, αυτά είναι τα δύο ζητήματα. Δεν θα ήθελα, κύριε Πρόεδρε, να καταχραστώ περαιτέρω τον χρόνο.
Αρκούμαι μόνο να πω ότι και ετυμολογικά η αναμόρφωση παραπέμπει σε επέμβαση επί του σχήματος, επί της μορφής. Δεν έχει σχέση με την ουσία, για να υποκρύπτει κάτι άλλο, μια παρέμβαση ή οτιδήποτε. Όμως, καθησυχάζονται, όπως είπαμε, από τον ν. 4048/2012.
Θα ήθελα ακόμα να πω ότι όσον αφορά την αναγκαιότητα του νομοσχεδίου, γιατί αμφισβητήθηκε και αυτό, εγώ παραπέμπω στην αναφορά που γίνεται στην έκθεση αξιολόγησης, που περιγράφει κυρίως στην πρώτη παράγραφο την αναγκαιότητα.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, κλείνω με την τροπολογία του Υπουργείου Ναυτιλίας. Νομίζω ότι δεν χρειάζονται επιχειρήματα υπέρ της, διότι όλες οι πτέρυγες, απ’ ό,τι είδα, συμφωνούν μαζί της. Είναι πάρα πολύ σωστή η επέκταση και με τον τρόπο τον οποίο γίνεται, δηλαδή του μεταφορικού ισοδύναμου, για τα αεροπορικά. Θα ήθελα μόνο να προσθέσω ότι δεν είναι μια μεμονωμένη ενέργεια ή μία τροπολογία η οποία ήρθε ως κεραυνός εν αιθρία.
Αποτελεί ένα βήμα εκπονήσεως μιας νησιωτικής πολιτικής συγκροτημένης, η οποία έχει αρχίσει σιγά-σιγά και συστηματοποιείται. Αυτό είναι ένα βήμα σ’ αυτήν την κατεύθυνση. Έχουν γίνει και σε άλλα, όσον αφορά στην υγεία, για παράδειγμα, αλλά και σε άλλους τομείς.
Σας ευχαριστώ πολύ για την ανοχή που δείξατε.»