Η Ελλάδα προετοιμάζεται να εξέλθει από μια από τις πιο δύσκολες οικονομικές περιόδους της και οι πιστωτές της καταρτίζουν σχέδια για να διασφαλίσουν ότι δεν θα αποτελέσει ποτέ πρόβλημα για την υπόλοιπη Ευρώπη, γράφουν οι New York Times. Οι αξιωματούχοι της ΕΈ αναμένεται να παρουσιάσουν ένα σχέδιο στις Βρυξέλλες την Πέμπτη για να βοηθήσουν τη χρεωμένη χώρα να σταθεί στα πόδια της μόλις βγει από το τρίτο πρόγραμμα διάσωσης τον Αύγουστο. Εξασφάλισαν την αναβίωση της Ελλάδας και προχωρούν στον τερματισμό του ελληνικού προγράμματος διάσωσης ως συμβολικό τέλος μιας καταστροφικής οικονομικής κρίσης», τονίζει η αμερικανική εφημερίδα.
Οι Τάιμς της Νέας Υόρκης σημειώνουν πάντως ότι αν και οι Ευρωπαίοι ηγέτες σηματοδοτούν την φαινομενική επιτυχία της χώρας, υπάρχουν νέα προβλήματα που παρατηρούνται σε άλλα μέρη της Ευρώπης, γεγονός που αυξάνει τις πιέσεις. «Η Βρετανία προχωράει στην αποχώρησή της από την ΕΕ, οι ΗΠΑ έχουν ξεκινήσει εμπορικό πόλεμο, η εκλογή κυβέρνησης κατά της λιτότητας στην Ιταλία έχει αναβιώσει τους φόβους για το ευρώ και οι αγχωμένες χρηματοπιστωτικές αγορές αρχίζουν και πάλι να στοχεύουν στις πιο αδύναμες χώρες της νομισματικής ένωσης», προσθέτει η εφημερίδα.
«Η ευρωζώνη σίγουρα δεν έχει ξεπεράσει τον κίνδυνο», δήλωσε ο Σάιμον Τίλφορντ, επικεφαλής οικονομολόγος του Tony Blair Tony Blair Institute for Global Change στο Λονδίνο. Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις δεν έχουν ακόμα συμφωνήσει για μεταρρυθμίσεις που θα μπορούσαν να περιχαρακώσουν την οικονομία της ευρωζώνης σε περίπτωση νέας κρίσης, είτε στην Ιταλία, είτε στην Ελλάδα, είτε σε άλλα ζητήματα, όπως το εμπόριο. «Αν η ανάκαμψη σταματήσει ή υπάρχει κάποιο σοκ, οι προοπτικές θα είναι πολύ πιο δυσμενείς», δήλωσε ο Τίλφορντ. «Οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι θέλουν τώρα να προβάλουν ότι η Ελλάδα επέστρεψε. Η οικονομία αναπτύσσεται και πάλι, αν και αργά. Η ανεργία μειώθηκε από τα υψηλά επίπεδα ρεκόρ και οι επενδυτές εξετάζουν προσεκτικά την επιστροφή τους. Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας έχει εκπονήσει ένα σχέδιο ανάπτυξης και αρνείται την προσφορά προληπτικής πίστωσης, ενός δικτύου χρηματοοικονομικής ασφάλειας που θα επέβαλε νέους αυστηρούς όρους μετά από χρόνια λιτότητας. Οι πιστωτές θα προσπαθήσουν να επωφεληθούν από αυτή τη δυναμική και αναμένεται να ανακοινώσουν συμφωνία την Πέμπτη για να διευκολύνουν τους όρους αποπληρωμής του ελληνικού χρέους», γράφουν οι Τάιμς και προσθέτουν: «Ο κ. Τσίπρας, ο οποίος ανέβηκε στην εξουσία, για να αναστρέψει την λιτότητα, αγωνίζεται να είναι ο ηγέτης που τελικά θα βγάλει την Ελλάδα από το τελευταίο πακέτο διάσωσης, το οποίο είχε συμφωνήσει το 2015».
Η εφημερίδα τονίζει ότι «αν και η Αθήνα δεν θα εξαρτάται πλέον επίσημα από τα χρήματα τρίτων, αντιμετωπίζει μια ανησυχητική μάχη για την ανάκτηση της αξιοπιστίας στις χρηματοπιστωτικές αγορές και την αποκατάσταση της ανάπτυξης. Το χρέος της Ελλάδας ανέρχεται στο 180% του ΑΕΠ – το μεγαλύτερο στην ευρωζώνη. Αν και η οικονομία αναπτύσσεται, έχει απολέσει το ¼ του μεγέθους που είχε πριν από την κρίση. Παράλληλα, οι κυβερνήσεις, οι τράπεζες και τα θεσμικά όργανα στα οποία η Ελλάδα εξακολουθεί να χρωστάει υπέρογκα ποσά, προσπαθούν να πάρουν τα χρήματά τους πίσω. Τα μέτρα ανακούφισης για τη χώρα έχουν επίσης αποδειχθεί αμφισβητήσιμα. Η Γερμανία, ο επιτηρητής λιτότητας της Ευρώπης, συγκρούστηκε με το ΔΝΤ για το αν θα διευκολύνει την Ελλάδα. Το Ταμείο, ως προϋπόθεση για τη στήριξή του στη συνεχιζόμενη διαδικασία, θέλει να διασφαλίσει ότι το χρέος της Ελλάδας είναι βιώσιμο. Αλλά η προσέγγισή της διαφέρει από τη Γερμανία».
Ο Γενς Μπάστιαν, οικονομικός σύμβουλος στην Αθήνα και πρώην μέλος της Task Force της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Ελλάδα δηλώνει στους Τάιμς: «Το χρέος της Ελλάδας έχει γίνει πολύ μεγάλο για να αποτύχει και είναι πολύ μεγάλο για να διασωθεί. Το πιο σημαντικό είναι ότι οι πιστωτές δηλώνουν ότι το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο, διαφορετικά οι χρηματοπιστωτικές αγορές θα το επισημάνουν».
Το ζήτημα είναι ιδιαίτερα πιεστικό καθώς η πρόσφατη πολιτική κρίση στην Ιταλία έδειξε ότι τα προβλήματα του ευρώ δεν έχουν τελειώσει. Με την Ιταλία να σχηματίζει μια νέα κυβέρνηση κατά του ευρώ τον περασμένο μήνα, οι επενδυτές τιμωρούσαν τις αποδόσεις των ομολόγων της Ελλάδας. Η Ελλάδα είναι η τελευταία χώρα η οποία εγκαταλείπει τα οικονομικά προγράμματα διάσωσης, που είχαν ως στόχο να αποτρέψουν τη διάλυση της ευρωζώνης, όταν άρχισε η κρίση του χρέους της Ευρώπης το 2010.
Η Ελλάδα ήταν η χειρότερη περίπτωση από τις χώρες που συμμετείχαν σε προγράμματα διάσωσης, συμπεριλαμβανομένης της Ιρλανδίας, της Πορτογαλίας και της Κύπρου. Ενώ οι σοβαρές περικοπές του προϋπολογισμού και οι αυξήσεις των φόρων αποκατέστησαν την εμπιστοσύνη των αγορών, ωστόσο ενέτειναν την οικονομική ύφεση και την ανεργία. Η Ελλάδα παραμένει αδύναμη, κάτι που γνωρίζουν η Ευρ. Επιτροπή και το ΔΝΤ και συνεπώς αναμένεται ότι θα απαιτήσουν από την Αθήνα να υποβληθεί σε πρόγραμμα επιτήρησης και να αναφέρει τέσσερις φορές το χρόνο τις οικονομικές της επιδόσεις.
Σύμφωνα με τους Τάιμς τη Νέας Υόρκης «για να κινηθεί εκ του ασφαλούς, η Ελλάδα δεν θα ξεκινήσει την πώληση ομολόγων μετά την έξοδο από τη διάσωση. Αντ’ αυτού, η κυβέρνηση, η οποία έχει ως σύμβουλο την Rothschild & Company με έδρα το Παρίσι, θα επιλέξει να προχωρήσει σε έκδοση ομολόγων τα επόμενα δύο χρόνια, όταν οι συνθήκες της αγοράς θα είναι ευνοϊκές. Στο μεταξύ οι πιστωτές θα προχωρήσουν σε εκταμίευση μέχρι 18 δισ. ευρώ προς την Ελλάδα, ώστε να βοηθήσουν τη χώρα να εξασφαλίσει την απαιτούμενη ρευστότητα». Η ελληνική οικονομία έχει επεκταθεί από το περασμένο καλοκαίρι. Στην Αθήνα και στα ηλιόλουστα ελληνικά νησιά, οι τουρίστες γεμίζουν ξενοδοχεία, μπαρ και ταβέρνες. Κινέζοι και Ρώσοι επενδυτές αγοράζουν σε μειωμένες τιμές κατοικίες και εμπορικά ακίνητα. Οι εξαγωγές αυξάνονται, κυρίως στα προϊόντα πετρελαίου. Ωστόσο αυτά τα κέρδη δεν έχουν ενσωματωθεί ακόμα στην οικονομία. Η ανεργία έχει μειωθεί από το ανώτατο όριο του 28%, ωστόσο εξακολουθεί να βρίσκεται στο 20%, το υψηλότερο στην ευρωζώνη. Παράλληλα, πάνω από μισό εκατομμύριο Έλληνες έφυγαν κατά τη διάρκεια της κρίσης σε μια διαρροή εγκεφάλων, που εμπόδισε την ανάκαμψη. Επίσης, όλο και περισσότεροι άνθρωποι κινδυνεύουν από τη φτώχεια, συμπεριλαμβανομένων των μεγάλων οικογενειών και των εργαζομένων που αγωνίζονται με ιδιαίτερα μειωμένους μισθούς και με επισφαλείς συμβάσεις. Ο ΟΟΣΑ προειδοποίησε πρόσφατα ότι η φτώχεια στην Ελλάδα «έχει αυξηθεί δραματικά».
Στο πλαίσιο του σχεδίου ανάπτυξης, ο κ. Τσίπρας έχει δεσμευθεί να αναστρέψει μερικά από τα σκληρότερα μέτρα λιτότητας μετά τον Αύγουστο. Σχεδιάζει να αυξήσει τον κατώτατο μισθό και, ενδεχομένως, να αποκαταστήσει τη συλλογική διαπραγματευτική ισχύ των συνδικάτων, η οποία περιορίστηκε από τους όρους της διάσωσης.