Την περασμένη Κυριακή πήγαμε στη Μακρόνησο. Για να αποτίσουμε «φόρο τιμής σε όλες τις γενιές της αρχαίας σκουριάς», αλλά και να μιλήσουμε μαζί τους, παίρνοντας δύναμη. Ήμασταν πολλοί, πάρα πολλοί, πάνω από 2.000 κόσμος. Κι από όλες τις γενιές της Αριστεράς, γέροι, μεσήλικες, αλλά και πολλοί/ές νέοι/νέες και παιδιά. Ανάμεσά μας ήταν και κάποιοι αγωνιστές από εκείνους που μαρτύρησαν σε αυτό το ξερονήσι. Ελάχιστοι πια ζουν από τους μάρτυρες της Μακρονήσου. Αυτούς που εμείς γνωρίσαμε και συναναστραφήκαμε στις πολιτικές οργανώσεις της Αριστεράς (προσωπικά στο ΚΚΕ Εσωτερικού) σε προηγούμενα χρόνια, που, αν και με συμπεριφορά ιδιαίτερης σεμνότητας, τους ακούγαμε με δέος, προσπαθώντας να πάρουμε από την αγωνιστικότητα και τη συντροφικότητά τους. Θυμάμαι, περισσότερο, τη βροντερή φωνή του Αχιλλέα Λαγουρού, αλλά και την ήρεμη σιγανή φωνή του, εν ζωή, Βασίλη Λασκαρίδη στη ΚΟΒ Ν. Σμύρνης, που για αρκετό καιρό τρέχαμε σε αφισοκολλήσεις, διαδηλώσεις και… ταβέρνες.
Μπράβο για την επίσκεψη που οργάνωσαν οι εφημερίδες «Αυγή» και «Εποχή» και το περιοδικό «Σπούτνικ». Πλησιάζοντας το νησί με το πλοίο, σηκώσαμε τα μάτια, αλλά δεν είδαμε εκείνα τα μεγάλα «Α, Β, Γ, τρία μεγάλα γράμματα γραμμένα μ’ ασβέστη στη ραχοκοκαλιά της Μακρόνησος», για τα οποία έγραψε ο Ρίτσος χρόνια πριν. Κατεβαίνοντας από το καράβι, φέραμε στη μνήμη μας όλους εκείνους που μαρτύρησαν στο νησί ως τιμωρία για τους αγώνες τους για μια ελεύθερη και δημοκρατική Ελλάδα. Τους χιλιάδες αγωνιστές που πέθαναν από το ξύλο μέσα στη χαράδρα της Μακρονήσου, που τρελάθηκαν στους δεκάδες τόπους βασανισμού, που σακατεύτηκαν από τα βασανιστήρια γιατί αρνούνταν να «αποκηρύξουν τον κομμουνισμό και τις παραφυάδες του», όπως κι εκείνους που κάποια στιγμή «έσπασαν» από απελπισία, εκβιασμούς για τα παιδιά τους και υπέγραψαν, αλλά προσπάθησαν και μερικές φορές κατάφεραν να κόψουν τις φλέβες τους ή είδαν το μαρτύριό τους να συνεχίζεται με άλλο τρόπο, με την εξευτελιστική «αναμόρφωση» που ακολουθούσε τη δήλωση. Προσωπικά γνώρισα «δηλωσίες» που έσερναν μαζί τους τα κρυμμένα ιδανικά τους, παραμένοντας στο πλάι των παλιών συντρόφων τους.
Στον «Νέο Παρθενώνα», όπως ονόμασε η αντικομμουνιστική Δεξιά της μετεμφυλιακής Ελλάδας και περιέγραψε τον τόπο αυτό ο Μενέλαος Λουντέμης, τρόφιμος κι αυτός του Αναμορφωτηρίου Μακρονήσου, στο έργο του «Οδός Αβύσσου, αριθμός 0», ξετυλίχτηκε ένα από τα σκοτεινότερα σχέδια πολιτικής, ηθικής και φυσικής εξόντωσης, όχι απλά πολιτικά αντιφρονούντων, αλλά ανθρώπων που είχαν αγωνιστεί οι ίδιοι ή μέλη της οικογένειάς τους ενάντια στη γερμανική κατοχή και στον φασισμό. Και είναι θαυμαστό όχι πόσοι και πώς «έσπασαν», αλλά πόσοι και πώς άντεξαν: και πώς, παρ’ όλη τη φρικτή καταστολή, μέσα σε μια δεκαπενταετία, γεννήθηκε ένα ισχυρό κίνημα νεολαίας, που με έμπνευση από τις αριστερές ιδέες, πάλεψε και διεκδίκησε επίμονα τον τερματισμό του δεξιού κράτους και της «εθνικόφρονης» παρακρατικής τρομοκρατίας.
Ήταν όμως ακόμη μεγαλύτερη η συγκίνησή μου γιατί επισκέφθηκα τον Γολγοθά της ελληνικής Αριστεράς, τη Μακρόνησο, ως βουλευτής, μαζί με άλλους βουλευτές και μέλη μιας κυβέρνησης της Αριστεράς, η οποία φέρει το βάρος μιας δύσκολης ιστορικά επιλογής. Ασκούμε διακυβέρνηση μέσα σε καθεστώς νεοφιλελεύθερης επιτροπείας και δίνουμε διαρκείς μάχες με τους δανειστές και τους εγχώριους μεταπράτες τους για να προασπίσουμε και να επαναφέρουμε ό,τι περισσότερο μπορούμε από τα σαρωμένα εργατικά δικαιώματα στη χώρα μας και να εξασφαλίσουμε, με πολιτικές μεροληπτικές υπέρ των αδυνάτων, τους ελάχιστους όρους αξιοπρέπειας της ελληνικής κοινωνίας.
Τιμάμε τους 100.000 αγωνιστές της Μακρονήσου, που έγιναν μάρτυρες διεκδικώντας μια ζωή βασισμένη στις ανθρωπιστικές και πολιτικές αρχές της Αριστεράς, φλογίζοντας τις επόμενες γενιές. Κρατάμε στη μνήμη μας ολοζώντανο το δίδαγμα ότι ο αγώνας για ελευθερία, ισότητα και κοινωνική δικαιοσύνη πάντα συνεχίζεται. Και σε όσους ενοχλούνται από την ύπαρξη μιας κυβέρνησης της Αριστεράς στην Ελλάδα και γι’ αυτό επαναφέρουν ξεχασμένες από τον χρόνο εκστρατείες αντικομμουνιστικής υστερίας ή, ακόμη χειρότερα, προκαλούν με ανιστόρητες εξισώσεις μεταξύ ναζισμού και κομμουνισμού, απαντάμε πως η ιδεολογία του κομμουνισμού και της Αριστεράς, παρά τις διώξεις που έχει υποστεί στη χώρα μας και αλλού, δεν σβήνει. Υπάρχει, εμπνέει και θα συνεχίσει να υπάρχει και να εμπνέει τις ψυχές και τον νου των ανθρώπων. Ένα μεγάλο ευχαριστώ στους αγωνιστές, άντρες και κυρίως γυναίκες, που η ζωή τους εξακολουθεί να διαμορφώνει στάση ζωής, προσωπικότητες και χαρακτήρες γενεών και γενεών…
* Ο Μάκης Μπαλαούρας είναι βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ