Τα σχολικά βιβλία φρόντισαν να αναδείξουν – και συνεχίζουν να το κάνουν – τους ηρωισμούς στα πεδία των μαχών, την εθνική ενότητα και τη δίψα για την ελευθερία. Αποφεύγουν όμως επιμελώς να αναφερθούν στη δίψα για εξουσία και οφίτσια, στις έριδες μεταξύ των πρωταγωνιστών της Ιστορίας, στο ρόλο της επίσημης Εκκλησίας και των Μεγάλων Δυνάμεων κατά την επαναστατική περίοδο. Ταυτόχρονα, στο βωμό της ανάγκης για εθνική και θρησκευτική ανάταση καλλιεργήθηκαν μύθοι που ελάχιστη σχέση έχουν με τα πραγματικά δεδομένα.
Τελικά πότε ξεκίνησε η Επανάσταση;
Έχει επικρατήσει η εντύπωση ότι στις 25 Μαρτίου 1821, ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ευλόγησε το λάβαρο της Επανάστασης στην Αγία Λαύρα, κηρύσσοντας έτσι την έναρξη του Αγώνα. Η πραγματικότητα είναι ότι οι αψιμαχίες μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων είχαν ξεκινήσει αρκετές μέρες νωρίτερα στα Καλάβρυτα, την Πάτρα, την Καλαμάτα. Και βέβαια την 25η Μαρτίου ο Παλαιών Πατρών Γερμανός δεν βρισκόταν καν στην Αγία Λαύρα.
Επί Όθωνα, με Βασιλικό Διάταγμα του 1838, καθιερώθηκε ως επίσημη ημερομηνία εορτασμού της Επανάστασης η συγκεκριμένη ημερομηνία, σε μία προσπάθεια να συνδεθεί άμεσα στην εθνική μνήμη ο αγώνας για ανεξαρτησία με μία μεγάλη θρησκευτική εορτή όπως είναι ο Ευαγγελισμός.
Ήθελαν όλοι οι Έλληνες την ανεξαρτησία από τον τούρκικο ζυγό;
Η ρομαντική άποψη που υπάρχει για το 1821, είναι ότι μετά από 400 χρόνια σκλαβιάς οι Έλληνες αποφάσισαν ενωμένοι να πολεμήσουν για την ελευθερία τους. Μόνο που αυτή είναι μία εξωραϊσμένη εικόνα για έναν αγώνα που ξεκίνησε χωρίς ουσιαστική προετοιμασία και με τους βασικούς πρωταγωνιστές διαιρεμένους από την πρώτη στιγμή. Κοτζαμπάσηδες και πρόκριτοι –πέραν λίγων ιδεολόγων- δεν είχαν καμία διάθεση να αμφισβητήσουν την τουρκική κυριαρχία, τουλάχιστον στην αρχή της Επανάστασης. Αντίθετα απολάμβαναν προνομίων που τους είχε παραχωρήσει ο Σουλτάνος και πολλές φορές συναγωνίζονταν τον Τούρκο στην επιβολή βαριάς φορολογίας των λαϊκών με στόχο την αύξηση του πλούτου τους. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Δημήτριος Υψηλάντης αποκαλούσε τους προεστούς «Τουρκολάτρες», θεωρώντας ότι δεν έβλεπαν την Επανάσταση με ιδιαίτερα θετική άποψη.
Την ίδια ώρα, οπλαρχηγοί που σε πολλές περιπτώσεις είχαν καταφύγει διωκόμενοι στα βουνά, έβλεπαν ως μόνη λύση για την επιβίωση τους την επανάσταση κατά του κατακτητή. Δεν ήταν όμως λίγες οι φορές που ορισμένοι από τους καπεταναίους άλλαζαν στρατόπεδο μεταξύ Τούρκων και Ελλήνων, είτε για να σώσουν τη ζωή τους είτε για οικονομικά οφέλη.
Η ουσία είναι ότι έννοιες όπως ενότητα και ομόνοια ήταν δυσεύρετες στο λεξιλόγιο κοτζαμπάσηδων και οπλαρχηγών και τις περισσότερες φορές οι πράξεις των πρωταγωνιστών καθορίζονταν από την προσπάθεια ικανοποίησης προσωπικών συμφερόντων.
Η Εκκλησία αφόρισε την Επανάσταση
Ενώ τα περισσότερα σχολικά βιβλία έχουν σταθεί πολύ στην προσφορά ιερωμένων στην προεπαναστατική περίοδο, αλλά και κατά τη διάρκεια της επανάστασης, η πραγματικότητα ήταν ότι εκτός από λαϊκούς παπάδες και κάποιους φωτισμένους ιερείς, η επίσημη Εκκλησία φαίνεται ότι δεν έβλεπε με θέρμη τη διάθεση των Ελλήνων να αποτινάξουν τον τουρκικό ζυγό. Δεν είναι μυστικό ότι ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γρηγόριος ο Ε΄αφόρισε την επανάσταση. Ίδια τύχη είχε και ο Ρήγας Φεραίος αλλά και άλλοι αγωνιστές. Βέβαια πολλοί υποστηρίζουν ότι οι αφορισμοί του Πατριάρχη ήταν αποτέλεσμα πιέσεων από τον Σουλτάνο και ότι επιλέχθηκαν ως λύση για να μην σημειωθούν θηριωδίες κατά των Ελλήνων ως αντίποινα. Πάντως το θέμα αποτελεί ακόμα και σήμερα σημείο τριβής μεταξύ των μελετητών της ιστορίας. Η ουσία είναι ότι, όπως υπάρχουν καταγεγραμμένες οι δράσεις προσφοράς και ηρωισμού από κάποιους παπάδες, έτσι έχουν καταγραφεί και περιστατικά που μοναχοί και ιερείς κατέδωσαν καπεταναίους και οπλαρχηγούς. Μόνο που τα τελευταία έχουν φωτιστεί ελάχιστα.
Έλληνες καθολικοί στο πλευρό των Τούρκων
Οι ορθόδοξοι Έλληνες που ξεκίνησαν τη μάχη για την ανεξαρτησία, δεν είχαν απέναντι τους μόνο τον κατακτητή αλλά ακόμα και καθολικούς Έλληνες, όπως τους κατοίκους νησιών των Κυκλάδων. Δεν ήταν μόνο οι διαφορές στο δόγμα που προκάλεσαν το χάσμα ανάμεσα στις δύο πλευρές. Η πραγματική αιτία είχε να κάνει με οικονομικά συμφέροντα –όπως συνήθως συμβαίνει στις περισσότερες περιπτώσεις. Για παράδειγμα, οι κάτοικοι της Σύρου, καθολικοί στην πλειοψηφία τους, απολάμβαναν ιδιαίτερων προνομίων από τον Σουλτάνο και το νησί τους γνώριζε μεγάλη οικονομική άνθηση εξαιτίας της εμπορικής κίνησης που είχε. Παράλληλα είχαν και την προστασία της ομόθρησκης Γαλλίας. Όταν ξέσπασε η επανάσταση, οι Συριανοί διάλεξαν στρατόπεδο και αυτό δεν ήταν το ελληνικό. Διευκόλυναν τον τουρκικό στόλο, εφοδίαζαν τουρκικές θέσεις, είχαν φροντίσει να δηλώσουν την υποταγή τους στον Σουλτάνο, ενώ – σύμφωνα με κάποιους ιστορικούς – πανηγύρισαν για την σφαγή της Χίου από τα τουρκικά στρατεύματα. Αποτέλεσμα ήταν στις αρχές του 1823 επαναστατημένοι Έλληνες να αποβιβαστούν στο νησί και να αρχίσουν να καταστρέφουν μαγαζιά και αποθήκες που βρίσκονταν στο λιμάνι. Η Σύρος σώθηκε από μεγαλύτερες καταστροφές, επειδή εμφανίστηκε γαλλικό πολεμικό πλοίο και οι ορθόδοξοι Έλληνες αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν.
Ελληνικές θηριωδίες και φαινόμενα καιροσκοπισμού
Στην εθνική μνήμη έχουν μείνει χαραγμένες οι σφαγές των Τούρκων κατά των Ελλήνων. Και καθόλη τη διάρκεια της σκλαβιάς και κατά την επαναστατική περίοδο. Η καταστροφή της Χίου και των Ψαρών έδειξαν με τον πιο σκληρό τρόπο το πώς επιχείρησαν οι Τούρκοι να καταστείλουν την Επανάσταση, ενώ ανάλογης φρικαλεότητας εγκλήματα έγιναν και σε άλλα σημεία της χώρας. Και οι Έλληνες όμως έχουν να επιδείξουν –εννοείται πολύ λιγότερα- περιστατικά σκληρής συμπεριφοράς απέναντι στον εχθρό. Η κατάληψη της Τριπολιτσάς συνοδεύτηκε από σφαγή, ακόμα και αμάχων. Ιστορικοί εκτιμούν ότι τα θύματα ήταν περίπου 30.000. Ανάμεσα τους και οικογένειες Εβραίων που ζούσαν στην πόλη. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι όλοι οι Τούρκοι βρήκαν το θάνατο από τα όπλα των επαναστατημένων Ελλήνων. Αρκετοί που είχαν χρήματα, κοσμήματα ή άλλα αντικείμενα αξίας, τα έδωσαν στους πολιορκητές και εξασφάλισαν την ασφαλή τους αποχώρηση από την Τριπολιτσά. Σύμφωνα με εκτιμήσεις ερευνητών, η στάση των εμπόλεμων Ελλήνων απέναντι στους κατακτητές αρκετές φορές ήταν άγρια και με πράξεις ωμής βίας. Όχι μόνο για λόγους εκδίκησης, μετά τα δεινά που είχαν υποστεί, αλλά και για να εξασφαλίσουν λάφυρα. Μάλιστα έχουν αναφερθεί περιστατικά για φαινόμενα εκμετάλλευσης ακόμα και Ελλήνων.
Εμφύλιες διαμάχες ενώ μαίνονταν οι μάχες με τους Τούρκους
Οι νίκες στα πεδία των μαχών κατά τα πρώτα χρόνια της Επανάστασης, έφεραν ως βασικούς πρωταγωνιστές αυτούς που βρίσκονταν με το όπλο στο χέρι. Έτσι αναδεικνύονταν ως ηγετικές μορφές του Αγώνα πολεμιστές όπως ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο οποίος κέρδισε τον σεβασμό όχι μόνο των ανδρών του αλλά και του απλού κόσμου. Πρόκριτοι και κοτζαμπάσηδες έβλεπαν ότι πάει να δημιουργηθεί μία νέα πραγματικότητα στην επαναστατημένη Ελλάδα- κυρίως στην Πελοπόννησο- και υπήρχε άμεσος κίνδυνος αμφισβήτησης των προνομίων τους. Η παρέμβαση Ελλήνων που έφτασαν από το εξωτερικό και ξένων που συστήνονταν ως φιλέλληνες, περιέπλεξε τα πράγματα. Ανάμεσα τους βρίσκονταν πολλά τυχοδιωκτικά στοιχεία, καιροσκόποι που έβλεπαν την Επανάσταση ως ευκαιρία πλουτισμού και κατάληψης θέσεων εξουσίας, ενώ πολλοί λειτουργούσαν ως εντολοδόχοι ξένων δυνάμεων που ήθελαν να έχουν ρόλο και άποψη στη διαμόρφωση της «επόμενης μέρας».
Η κατάσταση έμοιαζε με καζάνι που βράζει και το αποτέλεσμα ήταν να ξεκινήσουν εμφύλιες διαμάχες. Από τη μια οι δυνάμεις των πολιτικών, από την άλλη των στρατιωτικών. Οι οπλαρχηγοί κατηγορούσαν τους «κυβερνητικούς» ότι ήθελαν να παραδώσουν τη χώρα στους Άγγλους και οι πολιτικοί τους «αντικυβερνητικούς» ότι σχεδίαζαν επικράτηση με τα όπλα. Ακόμα και δάνεια που είχαν προορισμό την στήριξη της επανάστασης, κατασπαταλήθηκαν στις εμφύλιες διαμάχες. Πρωτεύοντα ρόλο πλέον είχαν και οι «νησιώτες» (Υδραίοι και Σπετσιώτες κυρίως) που με τη βοήθεια των αγωνιστών από τη Ρούμελη, στράφηκαν κατά των Πελοποννησίων. Πολεμικά τμήματα των Ελλήνων που μέχρι πριν από λίγο καιρό πολεμούσαν τον Τούρκο, κατέληξαν μισθοφορικοί στρατοί. Οπλαρχηγοί κατέληξαν σε μπουντρούμια, σημειώθηκαν θηριωδίες και από τις δύο πλευρές. Τελικά οι Εμφύλιοι που ξεκίνησαν τέλη του 1823, σταμάτησαν μπροστά στον κίνδυνο του Ιμπραήμ το καλοκαίρι του 1825.
Απόπειρες πλουτισμού εν μέσω Επανάστασης
Η εκμετάλλευση περιοχών που είχαν απελευθερωθεί και τα έως τότε τούρκικα τσιφλίκια που είχαν μείνει χωρίς ιδιοκτήτη, ήταν μία ακόμα αιτία προστριβής ανάμεσα σε κοτζαμπάσηδες και απλό κόσμο. Οι προσπάθειες των κοτζαμπάσηδων να τα αποκτήσουν, ήταν πολλές. Μάλιστα πρότειναν την εκποίηση τους, σίγουροι ότι θα κατέληγαν σε αυτούς καθώς εκείνη την εποχή ήσαν οι μόνοι με οικονομική άνεση, άρα με δυνατότητα να δώσουν χρήματα για να πάρουν γη. Όταν στη Β΄Εθνοσυνέλευση επιχείρησαν να περάσουν σχετικό νόμο, ξεσηκώθηκε ο κόσμος αλλά και οι αγωνιστές και οι κοτζαμπάσηδες αναγκάστηκαν να αποσύρουν την πρόταση τους.
Τα περίφημα Αγγλικά δάνεια και η κατάληξη τους
Είναι γνωστό ότι τα πρώτα χρόνια ο αγώνας για την ελευθερία στηρίχθηκε και σε ξένα δάνεια. Χρήματα όμως που τελικά μόνο στις ανάγκες της Επανάστασης δεν κατέληξαν. Συγκεκριμένα, η ελληνική πλευρά ζήτησε και πήρε από τους Άγγλους δύο δάνεια συνολικού ύψους 2.800.000 λιρών. Το πρώτο, ύψους 800.000 λιρών, δόθηκε το 1823. Στους Έλληνες κατέληξαν μόνο 278.700 λίρες. Το δεύτερο δόθηκε το 1825. Από τα 2.000.000 λίρες, οι δανειζόμενοι πήραν μόλις 816.000 λίρες. Η διαφορά κρατήθηκε από τους δανειστές για προκαταβολές τόκων, έξοδα, προμήθειες, μεσιτείες. Σημαντικό μέρος του δεύτερου δανείου χάθηκε σε κερδοσκοπικές παραγγελίες πολεμικών πλοίων που δεν έφτασαν ποτέ στην Ελλάδα.
Από τότε ήταν εμφανής η δυσκολία να διαχειριστούμε χρήματα από δανεισμό…
Το «ευχαριστώ» προς τους πολεμιστές
Δεν είναι μόνο τα φαινόμενα εξόντωσης Ελλήνων από Έλληνες, όπως συνέβη με τον Οδυσσέα Ανδρούτσο που δολοφονήθηκε μετά από φριχτά βασανιστήρια από το κάποτε πρωτοπαλίκαρο του, Γιάννη Γκούρα. Είναι και η αντιμετώπιση που είχαν μετά την Επανάσταση άνθρωποι που είχαν συμβάλει αποφασιστικά στην απελευθέρωση της Ελλάδας. Ο Νικήτας Σταματελόπουλος, ο θρυλικός Νικηταράς, φυλακίσθηκε για δήθεν σκευωρία κατά του Όθωνα. Βγήκε από τη φυλακή σχεδόν τυφλός και υποχρεώθηκε να ζει με όσα του έδινε ο απλός κόσμος. Το κράτος τον είχε ανταμείψει με ειδική άδεια για επαιτεία! Η Μαντώ Μαυρογένους, που είχε δώσει όλη της την περιουσία για τις ανάγκες του Αγώνα, τα τελευταία χρόνια της ζωής της τα πέρασε με μία πενιχρή σύνταξη που δεν επαρκούσε ούτε για τις βασικές της ανάγκες. Και ο Μακρυγιάννης κυνηγήθηκε από τον Όθωνα και φυλακίσθηκε. Πολλοί άλλοι αγωνιστές –λιγότερο διάσημοι για τα κατορθώματα τους- κατέληξαν στο τέλος της ζωής τους ρακένδυτοι ζητιάνοι, καθώς δεν είχαν τους πόρους να συντηρηθούν. Το νεοσύστατο ελληνικό κράτος είχε άλλες προτεραιότητες.
Συνοψίζοντας, η Επανάσταση του 1821 είναι γεμάτη από ένδοξες στιγμές αλλά και αρκετά «γκρίζα» σημεία. Το ευτύχημα εκείνη την περίοδο ήταν ότι εμφανίστηκαν στο προσκήνιο ορισμένοι φωτισμένοι ηγέτες, τόσο σε επίπεδο πολεμικής αρετής όσο και πνευματικής. Το δυστύχημα ήταν ότι κυριάρχησαν ακόμα μία φορά η διχόνοια και η προσπάθεια για επίτευξη ιδιοτελών σκοπών. Η χώρα απελευθερώθηκε επειδή κάποιοι πολέμησαν σκληρά, κυρίως όμως γιατί το απαιτούσαν οι διεθνείς εξελίξεις. Και σχεδόν 200 χρόνια μετά, βλέπουμε ότι πολλές από εκείνες τις «ασθένειες» του νεοσύστατου κράτους δεν έχουν εκλείψει.
ΥΓ. Πολύτιμο υλικό για την έρευνα συγκεντρώσαμε από τα βιβλία «Όσα δεν γνωρίζατε για την Τουρκοκρατία και Επανάσταση του 1821», «Τα ψιλά γράμματα της Ιστορίας», «1821, η δημιουργία ένος έθνους-κράτους»
Πηγή HuffPost